Μήπως ήρθε η ώρα να γράψεις τη δική σου ιστορία;

Σάββατο 20 Απριλίου 2013

"Η μαγική πηγή" της Ναταλίας Dalheimer



Ένα αγοράκι τεσσάρων χρονών έπαιζε με ένα παλιό ξύλινο αυτοκινητάκι. Ήταν πολύ-πολύ φτωχός και το μόνο πολύτιμο που είχε ήταν η αγάπη της μανούλας του.

«Ββββ», έκανε το αγοράκι τον ήχο του αυτοκινήτου και εκείνο έτρεχε με μεγάλη ταχύτητα μέχρι που...
συγκρούστηκε με τον κάδο σκουπιδιών.

«Μπαμ!», φώναξε το αγοράκι και αναποδογύρισε το ξύλινο αυτοκινητάκι. Ήταν έτοιμος για νέα επιδρομή, όταν είδε κάτι άσπρο να λάμπει πίσω από τον κάδο. Έβαλε το χεράκι του και έβγαλε ένα στρόγγυλο..μπαλάκι; Όχι, μάλλον έμοιαζε με αυγό!

«Μανούλα, μανούλα, κοίτα τι βρήκα!», έτρεξαν τα μικρά του ποδαράκια προς το σπίτι.  Η πιο όμορφη στον κόσμο μαμά τον πήρε αγκαλιά.

«Τι είναι αυτό; Χμμμ αυγουλάκι… Που το βρήκες;»

«Ήταν κάτω, εκεί που είναι τα σκουπίδια», απάντησε ο μικρός.

«Είναι πανέμορφο και μπορείς να το κρατήσεις», τον φίλησε στο μάγουλο,

«Αλήθεια;», το αγοράκι άρχισε να χτυπάει παλαμάκια «Θα το βάλω μέσα στο μαγικό μου κουτί!»

     Το μαγικό κουτί ήταν κάτω από το κρεβάτι του και ήταν χάρτινο. Όλα τα παιχνίδια μέσα σε αυτό ήταν μαγικά. Οπότε έπαιρνε ένα παιχνίδι και το έβαζε στο νερό, εκείνο ξυπνούσε και μιλούσε μέχρι να στεγνώσει τελείως. Έβαλε το άσπρο αυγουλάκι στο κουτί, έπλυνε τα χέρια του και έκατσε να φάει μαζί με τη μαμά. Δεν είχαν πολλά να φάνε, ένα μικρό κομμάτι ψωμί και σούπα με δύο κομμάτια πατάτες. Πριν κοιμηθεί το αγοράκι ήθελε να μιλήσει με τα παιχνίδια του, να τα καληνυχτίσει. Όταν άνοιξε το κουτί είδε έκπληκτος πως όλα τα παιχνίδια του ήταν ζωντανά!

«Πώς; Δε σας έβρεξα ακόμα!», αναφώνησε το αγοράκι.

«Το γυαλιστερό αυγό μας βοήθησε», γύρισαν όλοι τα κεφάλια τους προς το άσπρο αυγουλάκι.

«Ωωω.. Είσαι και εσύ μαγικό;», χάρηκε το μικρό αγόρι. Το αυγουλάκι ανέβηκε στο χέρι του και είπε:

«Με λένε Ημίθεο!»

«Και εγώ είμαι οΤάιν!», απάντησε το αγοράκι.

«Τι όνομα και αυτό;..», το αυγουλάκι παραξενεύτηκε.

«Έτσι με έβγαλε η μαμά…», είπε ότι ήμουν μικροσκοπικός.

     Τότε μίλησε ένα μικρό αρκουδάκι:

«Ο μπαμπάς του ήταν Άγγλος, για αυτό και έχει ξένο όνομα! Τάινι σημαίνει μικροσκοπικός!»
    
     Το αυγουλάκι, ο Ημίθεος, έβγαλε ένα μαντήλι που άλλαζε συνέχεια χρώματα.

«Πάρ’το, θέλω να δω τι χρώμα θα έχει στα χέρια σου», είπε.

     Το αγοράκι πήρε το μαντήλι και εκείνο έγινε άσπρο. Το αυγουλάκι χαμογέλασε:

«Ώστε σ’αρέσει το χιόνι! Θα φτιάξω χιόνι να παίξουμε όλοι!»

«Γιούπι!!», φώναξαν όλα τα παιχνίδια.

«Μα.. εμένα δε μ’αρέσει το χιόνι.. Κάνει κρύο όταν έχει χιόνι», ψέλλισε το αγοράκι. Ο Ημίθεος κοίταξε το μαντήλι.

«Χμμ δεν το έπλυνα καλά;; Για να σκεφτώ.. το έδωσα στην πορτοκαλιά αράχνη να το πάρει στη μαγική πηγή..», κοίταξε έντρομος το αγοράκι και μετά όλα τα παιχνίδια «Με ξεγέλασε! Είπε ότι το έπλυνε στη πηγή αλλά δεν το έκανε!» έπιασε το κεφάλι του «Και τώρα τι θα κάνω;…»

     Όλα τα παιχνίδια και το αγοράκι τον περικύκλωσαν, εκτός από το κουταβάκι. Κοίταζε καχύποπτα τον Ημίθεο, το άσπρο αυγουλάκι, και αμέσως είπε αυτό που πίστευε:

«Λες ψέματα καράφλα!», όλοι γύρισαν να τον κοιτάξουν.

«Τι είναι αυτά που λες;», ψιθύρισε το λιοντάρι.

«Σςς, σιώπα εξυπνάκια», είπε η πάνινη κούκλα.

«Και τι να κάνει μια αράχνη το μαντήλι που λέει ψέματα;», είπε το κουταβάκι «Να ήταν καμιά μύγα, να καταλάβαινα..»

«Εε.. εεμμμ…», τραύλιζε ο Ημίθεος. Ξαφνικά από το πουθενά εμφανίστηκε η πορτοκαλιά αράχνη.

«Έλεγες κάτι για μένα;», ρώτησε το άσπρο αυγουλάκι. Ο Ημίθεος την έπιασε από του ώμους.

«Πες τους ότι δε λέω ψέματα! Αν το ακούσει ο πατέρας μου, θα με κάνει κανονικό αυγό και θα με φάνε οι άνθρωποι! Θα με τηγανίσουν πάνω στο καυτό λάδι και θα με τυφλώσουν με το αλάτι!»

«Μμμ νόστιμο..» έκλεισε τα μάτια το μυρμήγκι. Το άσπρο αυγουλάκι κρύφτηκε πίσω από την πορτοκαλιά αράχνη.

«Ένας αυγουλοφάγος!», φώναξε.

«Μην τον τρομάζεις μυρμηγκάκι», είπε το μικρό αγόρι, ο Τάιν. Το μυρμήγκι έκατσε στην άκρη του κουτιού σταυρώνοντας τα χέρια και δε μίλησε άλλο. Η πορτοκαλιά αράχνη βγήκε στο κέντρο όλων των παιχνιδιών και είπε:

«Αγαπημένε μου Ημίθεε, με στενοχωρεί που σκέφτηκες ότι δεν πήρα το μαντήλι στη μαγική πηγή. Αυτό το μαντήλι που λέει στο καθένα τι του αρέσει», έκατσε δίπλα στο μυρμήγκι: «Εσένα, που γεννήθηκες από αυγό-θεό και μια θνητή αυγουλίνα, σε προστάτεψα και έπεισα τον πατέρα σου να σε δεχτεί στο παλάτι του… αχ αχ», έσκυψε το κεφάλι, ενώ το άσπρο αυγουλάκι βούρκωσε και δάκρυα άρχισαν να πέφτουν πάνω στο πάτωμα από χαρτόνι. Η αράχνη συνέχισε: «Δυστυχώς η πηγή στέρεψε και αυτό επειδή τα περισσότερα παιδιά δεν παίζουν πια με τα παιχνίδια τους!»

«Και με τι παίζουν τότε;», ο μικρός Τάιν άνοιξε τα ματάκια του διάπλατα από την έκπληξη. Δε μπορούσε να φανταστεί τη ζωή του χωρίς τα παιχνίδια του.

«Παίζουν παιχνίδια στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές!», απάντησε η πορτοκαλί αράχνη.

«Ηλεκτ..πολογιστές; Τι είναι αυτό;», ρώτησε το αγοράκι.

«Α ένα παλιοκουτί, μη σε ενδιαφέρει!», απάντησε η πορτοκαλιά αράχνη.

«Έχει μια οθόνη σαν της τηλεόρασης και μπροστά σε αυτήν κάθονται τα παιδιά με ώρες και παίζουν!»

«Ακούγεται πολύ βαρετό πάντως», είπε η πάνινη κούκλα.

«Με πόνεσε η μέση μου και μόνο που φαντάστηκα να κάθονται τόσες ώρες!», είπε και η τίγρη που η γούνα της είχε ξεθωριάσει.

«Κάτι πρέπει να κάνουμε!», φώναξε με απελπισία ο Ημίθεος «Αν στέρεψε η πηγή, τότε η μαγεία δε θα κρατήσει πολύ και θα χαθεί τελείως!»

«Και τα παιχνίδια δε θα μπορούν πια να μιλάνε!», είπε η πορτοκαλιά αράχνη.

     Όλοι μαζεύτηκαν και άρχισαν να σκέφτονται για τη λύση. Μετά από πολλή ώρα αποφάσισαν πως η μόνη διέξοδος ήταν να πάνε σε κάθε σπίτι που έμενε και ένα παιδί και να του αποδείξουν ότι τα παιχνίδια είναι ζωντανά. Έτσι ξεκίνησαν το ταξίδι τους πάνω στα αυτοκινητάκια του μικρού αγοριού που ήταν επίσης ζωντανά και έτρεχαν πολύ γρήγορα.

     Η πρώτη στάση ήταν σε ένα κορίτσι 7 χρονών, την ξύπνησαν και της μίλησαν. Εκείνη δε μπορούσε να πιστέψει στα μάτια της! Τα παιχνίδια όλα μιλούσαν! Αμέσως πήρε αγκαλιά όλες τις κούκλες της που τις είχε κρυμμένες μέσα στη ντουλάπα που αμέσως ζωντάνεψαν. Επόμενη στάση ήταν σε δύο αδέρφια, 8 και 9 χρονών. Και εκείνα, μόλις είδαν τα παιχνίδια να μιλάνε, άρχισαν να παίζουν με τα αυτοκίνητά τους, τα ρομπότ και άλλα πολλά που τα είχαν στην αποθήκη. Όλη νύχτα ο Τάιν μαζί με τον Ημίθεο, την πορτοκαλιά αράχνη και τα υπόλοιπα παιχνίδια επισκέπτονταν τα παιδιά. Μέχρι να ξημερώματα είχαν καταφέρει να περάσουν από όλα τα σπίτια.

     Την επόμενη μέρα το μικρό αγοράκι κοιμόταν από την κούραση και αϋπνία.  Η μαμά του ανησύχησε και τον ξύπνησε. Της διηγήθηκε όλα όσα είδε και έκανε όλη νύχτα μαζί με τα παιχνίδια του. Η μαμά τον αγκάλιασε και είπε πόσο περήφανη ήταν για εκείνον.

     Το βράδυ βρεθήκαν πάλι όλοι μαζί και η πορτοκαλιά αράχνη ανακοίνωσε σε όλους πως η μαγική πηγή άρχισε να γεμίζει πάλι. Όλοι ζητωκραύγασαν και αγκαλιαστήκαν. Το άσπρο αυγουλάκι, ο Ημίθεος, έφυγε για λίγο και γύρισε με το μαντήλι βρεγμένο. Μέσα σε λίγα λεπτά εκείνο στέγνωσε. Το άπλωσε στο μικρό αγοράκι.

«Λοιπόν Τάιν, κράτα το να δούμε τι χρώμα θα πάρει στα χέρια σου!»

     Το μικρό αγοράκι πήρε το μαντήλι, το οποίο έγινε χρώματος πορτοκαλί. Η πορτοκαλιά αράχνη χαμογέλασε:

«Ε δε νομίζω να σου αρέσει μια γριά αράχνη για παιχνίδι!» και όλοι γέλασαν μαζί της.

«Του αρέσει η ζέστη, η φωτιά»,, είπε τελικά ο Ημίθεος και ο Τάιν χτύπησε   παλαμάκια.

     Τότε το άσπρο αυγουλάκι έκανε δώρο στο μικρό αγόρι την αιώνια φωτιά, η οποία δεν έσβηνε ποτέ στην παλιά τους σόμπα. Το αγοράκι μεγάλωσε, αλλά η μαγεία και φωτιά δεν άφησαν ποτέ την καρδιά του. 

Συγγραφέας: Ναταλία Dalheimer - φοιτήτρια Tabula Rasa

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου