Μήπως ήρθε η ώρα να γράψεις τη δική σου ιστορία;

Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2016

"Κομμάτι μιας αγάπης" της Χριστίνας Κωνσταντουδάκη



Ένα κλωνάρι άρχισε να ξεπετάγεται από το νωτισμένο χώμα, στον μικρό κήπο ενός σπιτιού. Το γαρύφαλλο άνοιξε τα μάτια του. Είχε φτάσει κιόλας άνοιξη; Κοιμόταν τόσο βαθιά που ούτε κατάλαβε πως πέρασαν οι εβδομάδες. Άκουσε πατημασιές να πλησιάζουν κι έκλεισε πάλι τα μάτια του, φοβισμένο. Κρυφοκοίταξε μόνο όταν ένιωσε κάτι υγρό να πέφτει πάνω του. Νερό! Πόσο του είχε λείψει. 

Ένα κορίτσι με κοτσίδες και λειψά τα μπροστινά της δόντια, του χαμογελούσε. 
«Να μεγαλώσεις γρήγορα, λουλουδάκι. Ο αδερφός μου παντρεύεται σε λίγο καιρό» του είπε.
«Και τι δουλειά έχω εγώ στον γάμο του αδερφού της;» σκέφτηκε το γαρύφαλλο.

Δεν πρόλαβε να βάλει το λουλουδομυαλό του να δουλέψει κι ένιωσε κάτι να σέρνεται πάνω του. Έκανε να φωνάξει, μα το κορίτσι δεν το άκουγε. Είχε φέρει τις κούκλες της κι έπαιζε λίγο πιο πέρα. Αυτό το κάτι , όλο και ανέβαινε κι όλο και ανέβαινε και ξαφνικά...

«ΑΟΥ! Αυτό πόνεσε!» ούρλιαξε το γαρύφαλλο. 
«Φύγε παράξενο πράγμα. Γιατί μου μασάς τα φύλλα;»
«Δεν με λένε παράξενο πράγμα. Είμαι ένα σκουλήκι»
«Με πονάς, σκουλήκι»
«Δεν ήθελα να σε πονέσω. Απλώς πεινάω»
«Δεν μπορείς να φας κάτι άλλο; Εμένα βρήκες;»
«Τρέφομαι με κλωνάρια και φύλλα. Αν δεν φάω, θα πεθάνω»
«Κι αν με φας, θα πεθάνω εγώ»
«Συγγνώμη»
«Δεν πειράζει. Μπορείς να φας λίγο, αν θες. Αλλά όχι μόνο από εμένα»
«Σ’ ευχαριστώ. Θα σου κάνω ένα δώρο» είπε το σκουλήκι και με τα δοντάκια του άρχισε να τρώει τα φύλλα του γαρύφαλλου. Το λουλούδι μας, έκλεισε τα μάτια. Πονούσε αλλά δεν γινόταν ν’ αφήσει το σκουλήκι να πεθάνει.
«Μπορείς ν’ ανοίξεις τώρα τα μάτια σου. Δεν θα σε ξανά ενοχλήσω. Πάω να φάω αλλού. Αντίο γαρύφαλλο».
«Αντίο σκουλήκι»
Το γαρύφαλλο κοίταξε τα φύλλα του. Το σκουλήκι τα είχε μασουλήσει με τέτοιο τρόπο, που τώρα σχημάτιζαν μια καρδιά. Κοκκίνησε ακόμα πιο πολύ κι έκλεισε τα μάτια του. Ήταν ευτυχισμένο.

Την επόμενη μέρα,  ξύπνησε από τις φωνές του κοριτσιού.
«Μαμά! Μπαμπά! Ελάτε να δείτε! Το γαρύφαλλο έχει φύλλα – καρδούλες!»
Η μαμά και ο μπαμπάς έτρεξαν κοντά της.
«Τι όμορφο!» αναφώνησαν.
«Νομίζω πως το γαρύφαλλό σου είναι έτοιμο για τον γάμο του Κώστα» είπε η μαμά.
Το κορίτσι χαμογέλασε και με μια απότομη κίνηση, το τράβηξε από το χώμα. Το γαρύφαλλο τρόμαξε τόσο πολύ, που λιποθύμησε. Όταν ξύπνησε, βρισκόταν κάπου πολύ αναπαυτικά. Κοίταξε κάτω και ζαλίστηκε. Ήταν πάνω σε κάποιον που περπατούσε!
«Κώστα μου, τι ωραίο το γαρύφαλλό σου!» άκουσε μια γυναικεία φωνή. «Η γυναίκα σου θα ξετρελαθεί»
«Σ΄αρέσει; Η μικρή μου αδερφή το φρόντιζε, ειδικά για τον γάμο μου»

To γαρύφαλλο δεν είχε νιώσει ποτέ ξανά τόσο περήφανο. Καμάρωνε στο πέτο του γαμπρού και τίποτα πια δεν το ένοιαζε. Είχε βρει την θέση του στον κόσμο. Ήταν ένα μικρό κομμάτι σε κάτι πολύ σημαντικό. Ήταν κομμάτι μιας αγάπης.

Συγγραφέας: Χριστίνα Κωνσταντουδάκη - Φοιτήτρια Tabula Rasa

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου